Αρχαία Περραιβία | Περραιβική Τρίπολις Αρχαϊκά – κλασικά χρόνια | Ελληνιστικά – Ρωμαϊκά χρόνια | Παλαιοχριστιανικοί χρόνοι | Από τους βυζαντινούς χρόνους, στις οθωμανικές απογραφές και στα μοναστικά έγγραφα | Περιηγητές του 19ου και 20ού αιώνα | Από τον 20ό αιώνα μέχρι τις μέρες μας ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α: Τοπωνύμια | ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β: Προσωπογραφία Δολιχαίων | ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ: Κοινοτικό Συμβούλιο | ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Δ: Αγωνιστές και Θύματα της περιόδου 1940-1950 | ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ε: Οι εκπαιδευτικοί στη Δολίχη, περιόδου 1977-1998 | Βιβλιογραφία
Κατά τους μεσοβυζαντινούς χρόνους, η Δυτική και η Βορειοδυτική Θεσσαλία, συμπεριλαμβανομένης της περραιβικής περιοχής, ανήκε στη Μεγάλη Βλαχία. Όπως προκύπτει από το «Χρονικόν του Μορέως» η περιοχή οριοθετούταν από τον Όλυμπο, το σημερινό χωριό Κατάκαλη της Δεσκάτης και την οροσειρά της Πίνδου η οποία τη χώριζε από το δεσποτάτο της Ηπείρου.[1]
Ο βυζαντινός ναός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, ο οποίος διατηρείται στην πλατεία του οικισμού, προδίδει την κατοίκηση της περιοχής, πιθανόν στους μεσοβυζαντινούς χρόνους (9ος – 12ος αι. μ.Χ.). Πρόκειται για μία μονόκλιτη βασιλική, στην οποία προστέθηκαν μεταγενέστερα τρουλαίος νάρθηκας και εξωνάρθηκας (εικ. 5). Ο ναός είναι κτισμένος με κοινή αργολιθοδομή, άφθονο κονίαμα και επικαλύπτεται με κεραμίδια βυζαντινού τύπου. Από μία εσωτερική επιγραφή του ναού προκύπτει ότι ανακαινίσθηκε το έτος 1516. Φαίνεται δε ότι πριν από την ανακαίνιση, ο ναός ήταν τρίκλιτος (πιθανόν μεσοβυζαντινής περιόδου) ή μονόκλιτος με πλευρικές στοές, καθώς τα ανοίγματα στη βόρεια και στη νότια πλευρά του ναού, τα οποία είναι εμφανή και φράχτηκαν κατά την ανακαίνιση, φέρουν αμυδρά λείψανα τοιχογραφιών και οδηγούσαν από το κυρίως ιερό σε ημιανεξάρτητους χώρους.[2] Το μνημείο κηρύχθηκε ως ιστορικό διατηρητέο από το Υπουργείο Πολιτισμού.[3]
Για τους πρώτους αιώνες της οθωμανικής κατοχής, οι πληροφορίες για την επαρχία της Ελασσόνας ήταν ανύπαρκτες. Χάρη όμως στις απογραφές των κατακτητών, οι οποίες αποτελούν την παλαιότερη γνωστή μαρτυρία, έχουμε στη διάθεσή μας κάποιες πληροφορίες, σχετικές με τα πληθυσμιακά δεδομένα και τα προϊόντα της Δολίχης, από το 1506 και εξής. Ο οικισμός με την ονομασία Ντούχλιστα δεν αναφέρεται στις οθωμανικές απογραφές 1454/1445 και 1485. Εξαιτίας αυτού οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι ιδρύθηκε την περίοδο 1485-1506.[4] Κατά τον 16ο αιώνα, η οικονομική παραγωγή της Δολίχης, σχετιζόταν με την πολιτιστική της παραγωγή, καθώς οι κάτοικοι του χωριού ανέλαβαν την ανακαίνιση του ναού.[5]
Με βάση το δημοσίευμα του Κώστα Σπανού, το 1506 η Ντούχλιστα (Δολίχη) ήταν ένας αξιόλογος οικισμός, υπαγόμενος στο χάσι του πασά της Ελασσόνας. Στον χωριό ζούσαν 3 οικογένειες Οθωμανών, 279 πλήρεις οικογένειες Ελλήνων, 22 οικογένειες χηρών γυναικών και 11 ενήλικοι άγαμοι. Υπολογίζοντας 5μελείς τις πλήρεις οικογένειες και 4μελείς τις οικογένειες των χηρών, υπολογίζουμε ότι στη Δολίχη το 1506 ζούσαν γύρω στα 1.400 άτομα, γεγονός το οποίο δείχνει ότι η Δολίχη, στις αρχές του 16ου αιώνα ήταν ένας αξιόλογος οικισμός. Οι κάτοικοι ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Καλλιεργούσαν σιτηρά, φακές, λινάρι, καννάβι, αμπέλια, έτρεφαν μεταξοσκώληκες και είχαν μελίσσια, και 3.000 περίπου πρόβατα.[6] Μεταξύ των μουσουλμάνων αναφέρεται και η οικογένεια του Αϊντίν Καραμουσταφά. Είναι πιθανό το τοπωνύμιο Αϊντίνι εντός του οικισμού της Δολίχης (βλ. Παράρτημα Α) να σχετίζεται με τον εν λόγω κάτοικο ή να οφείλει την ονομασία του σ’ αυτόν.
Το 1521, στη Ντούχλιστα, όπως αναφέρεται στο συνοπτικό απογραφικό κατάστιχο 101, ζούσαν περίπου 1.890 άτομα (365 ελληνικές οικογένειες και 1 οικογένεια μουσουλμάνων), κατατάσσοντάς την πληθυσμιακά τέταρτη στη σειρά, μετά το Δομένικο, την Τσαριτσάνη και την Ελασσόνα, μεταξύ 56 οικισμών της επαρχίας της Ελασσόνας.[7] Το 1570 παρατηρείται μείωση του πληθυσμού, για απροσδιόριστους λόγους. Από τις 366 οικογένειες του 1521 έμειναν 187, οι μισές. Χαρακτηριστικό της οικονομίας της ήταν η υψηλή παραγωγή σιταριού, η οποία δείχνει την εφορεία των εδαφών της περιοχής. Από τη φορολογία των κατοίκων προκύπτει το είδος των καλλιεργειών. Μετά το σιτάρι, ακολουθεί το κριθάρι και έπονται ο βίκος, η σίκαλη, η βρώμη, τα βαλανίδια και το καννάβι για σχοινοποιία. Η κτηνοτροφία, ωστόσο, μειώθηκε σημαντικά, καθώς σε κάθε οικογένεια αντιστοιχούσαν 10 περίπου ζώα, ενώ αξιοσημείωτη ήταν και η παραγωγή κρασιού.[8] Είναι πιθανόν οι οικογένειες των κτηνοτρόφων να αναχώρησαν και να κατευθύνθηκαν σε γειτονικούς οικισμούς. Ίσως να ήταν βλαχόφωνοι που μετοίκησαν στο γειτονικό Λιβάδι, καθώς η παράδοση αναφέρει ότι κάτοικοι 16 οικισμών της πεδιάδας, από τον φόβο των ληστών εκείνης της εποχής, έφυγαν στο βουνό και ίδρυσαν [ενίσχυσαν] το Βλαχολίβαδο.[9] Δεν αποκλείεται, όμως, να υπήρξαν θύματα της πανούκλας, η οποία έπληξε αρκετές φορές την περιοχή της Θεσσαλίας (ήδη από το 1466) αποδεκατίζοντας τον πληθυσμό της. Αναφέρεται ότι γύρω στο έτος 1620 έπληξε την Ελασσόνα, ενώ τα έτη 1649 και 1667 απαντάται σε ενθυμήσεις στη Μονή της Ολυμπιώτισσας. Στις αρχές του 18ου αιώνα η πανούκλα επανεμφανίστηκε στην Ελασσόνα και το έτος 1792 υπάρχουν αναφορές σε μοναστηριακά έγγραφα ότι η πανούκλα είχε μολύνει την Ελασσόνα και όλα τα χωριά της.[10]
Σε μία πρόθεση της Μονής του Μεγάλου Μετεώρου, του έτους 1592/1593, αναφέρονται ορισμένα ονόματα αφιερωτών από την Τούχληστα: Δεμέτιος μοναχός, Δημήτριος, Ιωάσαφ ιερομόναχος, Μισήρης, Μιχαήλ, Νικόλαος, Σταμάτιος, Ζώρω, Θεοδώρα, Θεοδώρα, Θώδω, Καλούδα, Κυκλόη, Μαγδαληνή μοναχή, Μαρία, Σιμονή μοναχή και Στάμω.[11]
Στην παρρησία των αφιερωτών του υπ’ αριθμ. 201 Κώδικα της Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (Οσίου Νικάνορα) της Ζάβορδας του Δήμου της Δεσκάτης, η οποία αποτελεί τεκμήριο για την ιστορία των οικισμών το έτος 1692, αναφέρεται η Τούχληστα (σ. 128) στην περιοχή της Ελασσόνας με δύο αφιερωτές: Κυριάκος, Λεϊμονιά.[12]
Στις προθέσεις της Μονής του Σπαρμού, στις οποίες καταχωρίστηκαν τα ονόματα προσκυνητών οι οποίοι πρόσφεραν κάποια ενίσχυση στην εν λόγω μονή, το έτος 1602 αναφέρεται το χωριό ως Τούχληστα και το έτος 1709 ως χωρίον Τούκληστα.[13] Στα αρχεία της Μονής Ολυμπιώτισσας εντοπίζονται αναφορές στη Δολίχη: Στον υπ. αρ. 220 αρχαιότερο κώδικα της μονής, αναφέρεται ότι το έτος 1747 αγοράστηκαν κάποια κτήματα, εκ των οποίων το ένα βρισκόταν στον δρόμο προς τη Δολίχη (Τούκλιτζαν). Στο ίδιο χειρόγραφο αναγράφεται, ακόμη, ότι το έτος 1752 αγοράστηκε ένα αμπέλι «εις τα τουκλιστινά τα καραγάτσια».[14] Το τοπωνύμιο Καραγάτσια διατηρείται ακόμη στη Δολίχη (βλ. Παράρτημα Α).
Στο υπ’ αριθμ. 100 χειρόγραφο της Μονής του Μεγάλου Μετεώρου, στο οποίο καταχωρίσθηκαν τα δοσίματα των αφιερωτών στην εν λόγω μονή, κατά το ταξίδι της ζητείας του μοναχού στην περιοχή της Ελασσόνας, γύρω στα 1750, αναφέρεται και η Τούχληστα. Μεταξύ των αφιερωτών περιλαμβάνονται και ορισμένα ονόματα και επώνυμα κατοίκων της Δολίχης εκείνης της εποχής: Γεργουλάς, Ιωάννης, Ιωάννης Καράμπαλης, Κυριάκος Καράμπαλης, Μισήρης, Ιωάννης Μπούρας, Βοργανάδα, Κάλω, Κόμνω σύζ. Ιωάννη Καράμπαλη, Ευγενή Μαρουδή, Μάρω, Κάλλω σύζ. Γιάννη Μέρκου, Βέργω Μισήρη, Μάρω σύζ. Ιωάννη Μπούρα.[15]
Από τον υπ’ αρ. 222 κώδικα της Ολυμπιώτισσας (κώδικας της Μονής του Αγίου Αντωνίου της Κοκκινόγης -Δεμηράδων), οι εγγραφές του οποίου καλύπτουν την περίοδο 1854-1924, προκύπτει η ακίνητη περιουσία της μονής, μέρος της οποίας βρισκόταν στη Δολίχη (Τούχλιστα). Η περιουσία της μονής στη Δολίχη και στην περιοχή Περάσα περιελάμβανε ένα σύνολο 61 χωραφιών (725 στρέμματα), 9 αυλαγάδες (72 στρέμματα) και ένα οικόπεδο 4,5 στρεμμάτων. Ακόμη περιελάμβανε ένα μετόχι με 4 αχυρώνες και 11,5 στρέμματα για αλώνια, όπου βρισκόταν και ένα παρεκκλήσι αφιερωμένο στον άγιο Νικόλαο.[16] Αρκετά από τα τοπωνύμια που αναφέρονται στον Κώδικα σώζονται μέχρι σήμερα (βλ. Παράρτημα Α). Το μετόχι της μονής βρισκόταν στην περιοχή του σημερινού συνοικισμού Μετόχι, όπου σώζονται τα ερείπια του ναού του Aγίου Νικολάου. Σημειωτέον ότι στις αρχές της δεκαετίας του 1990, με απόφαση των τοπικών Αρχών κατεδαφίστηκε το μεγαλύτερο μέρος του ναού και οι εργασίες διακόπηκαν με εντολή της αρμόδιας Εφορείας Αρχαιοτήτων.
Το έτος 1873, η προαναφερόμενη Μονή του Αγίου Αντωνίου της Κοκκινόγης ενοικίασε στον Λιβαδιώτη Μιχάλη Κύρκο 189 στρέμματα καλλιεργήσιμης έκτασης και κήπων (ζαρζοβαχτσέδες) την οποία κατείχε στην Τούχλιστα. Το μίσθωμα ορίστηκε για 5 έτη στο ποσό των 14.350 γροσίων. Μέχρι τη στιγμή της μίσθωσης, η μονή καλλιεργούσε σιτάρι, κριθάρι και βρίζα.[17]
Εκκλησιαστικά η Δολίχη υπαγόταν στην Επισκοπή της Πέτρας, η οποία, σε μία επιγραφή της Μονής του Σπαρμού (1633) αναφέρεται ως «Επισκοπή Πέτρας και Σαγοδανίας». Ο όρος Σαγοδανία είναι άγνωστος και έχει διατυπωθεί η υπόθεση ότι αφορούσε την περιοχή ή μέρος της περιοχής μεταξύ των σημερινών κοινοτήτων της Δολίχης, του Πυθίου και του Λόφου.
Η Επισκοπή της Πέτρας, που υπαγόταν στη Μητρόπολη της Θεσσαλονίκης, όπως προκύπτει από τον σχετικό πατριαρχικό και συνοδικό τόμο καταργήθηκε το 1896 και η Τούχλιστα προσαρτήθηκε στην Μητρόπολη της Ελασσόνας, καθώς πολιτικά και διοικητικά υπαγόταν ήδη στην Ελασσόνα.[18]
[1]. Βλαχάκη 2009, 489.
[2]. Πασαλή 1990, 73-74.
[3]. Χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού επειδή κοσμείται με αξιόλογες τοιχογραφίες του πρώιμου 16ου αι. μ.Χ. (ΦΕΚ Β, 647/1985, σ. 6330). Ακόμη, ο ναός επιλέχθηκε ως παράδειγμα ψηφιοποίησης πολιτιστικής κληρονομιάς στο πλαίσιο μιας εναλλακτικής μεθοδολογίας αποτυπώσεων αρχαιολογικών χώρων με τις απεριόριστες δυνατότητες που διαθέτει, βλ. Ζάχος 2018, 468-471.
[4]. Σπανός Κ. 2019, 49.
[5]. Σδρόλια 2014, 17-19.
[6]. Σπανός Κ. 2019, 49-62. Στη μελέτη αυτή αναφέρονται όλα τα ονόματα των κατοίκων της Δολίχης τα έτη 1506 και 1570, καθώς επίσης και οι αγροτικές καλλιέργειες που προκύπτουν από τους επιβαλλόμενους φόρους.
[7]. Σπανός Β. 2018, 11-12, 15-16.
[8]. Kiel 2014, 6-7.
[9]. Weigand 2019, 28-29.
[10]. Σπανός Κ. 2011, 23-26.
[11]. Σπανός Κ. 1998, 145.
[12]. Χατζηιωάννου 2000, 75, 190.
[13]. Σκουβαράς 1967, 251-252, 300· Μπούμπας 2008, 67.
[14]. Σκουβαράς 1967, 447, 451.
[15]. Σπανός Κ. 1985, 33.
[16]. Τάχατος 2016, 194, 200-202, 206.
[17]. Τάχατος 2018, 375-376.
[18]. Αγγελόπουλος 1974, 77-78, 81-82· Τάχατος 2019, 252-256.